ΑΕΝΑΗ ΨΥΧΗ


ΑΕΝΑΗ ΨΥΧΗ

Aγγελική Γκέσου

Γύρισε στο σπίτι,  στάθηκε για λίγο στο κατώφλι και κοίταξε ολόγυρα. Το  βάζο με  τα λουλούδια  στο τραπεζάκι του σαλονιού  έδειχνε πως η παρουσία της Ρόουζ πλανιόταν ακόμα στο χώρο. Έγερναν σχεδόν μαραμένα αλλά ακόμη το άρωμα τους αναδυόταν απλόχερα. Τα ριχτάρια απλωμένα στους καναπέδες και επιμελώς τακτοποιημένα, λες και μόλις τα είχε στρώσει εκείνη. Το λαμπατέρ στο μικρό τραπεζάκι, αναμμένο, όπως το άφηνε πάντα.

Προχώρησε προς την κουζίνα, πήρε ένα ποτήρι και το γέμισε με ουίσκι. Ύστερα το ακούμπησε πάνω στο τραπεζάκι, έβγαλε το σακάκι και το απίθωσε πάνω στον καναπέ. Χαλάρωσε την μαύρη γραβάτα και άφησε το κορμί του να πέσει σαν  βαρύ σακί και να βυθιστεί με μια γερή γουλιά. Το αλκοόλ κατέβηκε αργά αργά καίγοντας τα σωθικά του.

Κοίταξε ξανά την φωτογραφία τους, από την ημέρα του γάμου, 25 χρόνια  πριν τότε που ήταν τόσο ευτυχισμένοι… Η Ρόουζ με το ολόλευκο νυφικό της και λουλουδάκια στα καστανόξανθα μαλλιά της κι εκείνος με γκρι σκούρο κουστούμι και παπιγιόν. Τα πρόσωπα τους φωτιζόταν από λαμπερά χαμόγελα. Πάντα η Ρόουζ πίστευε πως όλη η ουσία της ζωής βρίσκεται στην θετική ενέργεια, στην πνευματική και ψυχική ενδυνάμωση τους κι έτσι ταξίδευαν συχνά για να γεμίζουν με εικόνες, μυρωδιές και γεύσεις. Γνώριζαν ανθρώπους που τους άγγιζαν μέσα τους κι έψαχναν μέρη που θα έδιναν και θα έπαιρναν όλη τους την  θετική ενέργεια.

Παιδιά δεν μπόρεσαν να κάνουν αλλά δεν είχε σημασία για αυτούς αφού είχαν ο ένας τον άλλο και περισσή αγάπη και φροντίδα μεταξύ τους ώστε να μοιράζονται στιγμές ευτυχίας.

Μέχρι που ήρθε εκείνη η κακή στιγμή, η μέρα που ο χρόνος κύλησε ξαφνικά τόσο γρήγορα, εν ριπή οφθαλμού θα έλεγε κανείς, κι άλλαξε τα πάντα μονομιάς. Αρχικά ένα λιποθυμικό επεισόδιο της Ρόουζ που τους οδήγησε στο νοσοκομείο και λίγο μετά η διάγνωση “μεταστατικός καρκίνος στους λεμφαδένες, σε καλπάζουσα μορφή”. Αγωνία, πόνος, θλίψη και οργή για αυτό που έρχεται αλλά και για όλα αυτά που δεν πρόλαβαν. Για τον απρόσμενο επικείμενο, ολοκληρωτικό χωρισμό. Ένας μήνας ήταν αρκετός για να περάσει η Ρόουζ στο φως, στην αιωνιότητα, και το μόνο που τον παρηγορούσε ήταν ότι δεν πόνεσε, δεν υπέφερε κι  έφυγε χαμογελαστή.

Τις τελευταίες δέκα μέρες τις είχαν περάσει στο αγαπημένο τους ερημητήριο όπου η Ρόουζ, αδύναμη πια να ταξιδέψει, αναπολούσε  το Μπαλί  που κάποτε είχε επισκεφθεί. Μπροστά ακριβώς, ένα μονοπατάκι κατέβαινε προς την θάλασσα. Τα σμαραγδένια της νερά και η ανεπαίσθητη κίνηση των μικρών κυμάτων έδιναν την αίσθηση της ηρεμίας και της γαλήνης κι εκεί του μιλούσε για τον Μαχαραγκάνα, έναν γιόγκι μοναχό στον ναό Τάνα Λοτ, που  απλόχερα ήξερε να μεταδίδει την δική του γαλήνη και ηρεμία. 

Η Ρόουζ αντιμετώπιζε την επερχόμενη μετάβαση της με καρτερία και ηρεμία ενώ ο Μάρτιν ένιωθε  σιγά σιγά την θλίψη να συσσωρεύεται και να στέκεται σαν κόμπος στο λαιμό. Η Ρόουζ από την άλλη του θύμιζε πως τίποτα  δεν τελειώνει εδώ, απλά παύει να υπάρχει το σώμα, η ύλη, το πνεύμα όμως θα υπάρχει αιώνια και θα είναι πάντα κοντά του. Και κάπως έτσι έφτασε η μέρα που μέσα στην αγκαλιά του έκλεισε τα μάτια της και παρέδωσε το πνεύμα της στον δημιουργό. 

Όταν λίγες βδομάδες μετά εκείνος από το παράθυρο του αεροπλάνου αντίκρυζε ξανά το γλυκοχάραμα καθώς προσγειωνόταν στο Μπαλί, ένοιωσε για πρώτη φορά την ατμόσφαιρα διαφορετικά μυστηριακή.   Μια θετική ενέργεια τον είχε  συνεπάρει παρασύροντας όλες του τις αισθήσεις. Λίγο μετά, τα χρώματα, οι ευδιάθετοι, φιλόξενοι ντόπιοι που συμπλήρωναν το ειδυλλιακό τοπίο, φαίνονταν να λειτουργούν μέσα του εντελώς διαφορετικά. Σαν μια ιερή αποστολή, σαν χρέος προς τη Ρόουζ, κατευθύνθηκε προς το όρος Αγκούνγκ ανάμεσα στους ορυζώνες, λιβάδια και πυκνή τροπική βλάστηση μέχρι  να φτάσει στο ναό Τάνα Λοτ, τον ναό που κι εκείνη κάποτε, είχε επισκεφθεί. Χτισμένος στην κορυφή ενός μεγάλου βράχου, περιτριγυρίζονταν από θάλασσα και ο ωκεανός απλώνονταν μπροστά του, μέσα στο πιο συναρπαστικό ηλιοβασίλεμα.

Εκεί τον υποδέχτηκε ο Μαχαραγκάνα  που παρατήρησε αμέσως πως η  αύρα του ήταν θαμπή, χωρίς φωτεινότητα, λεπτή κι  ευάλωτη, ανοιχτή σε κάθε είδους επιρροή, χωρίς καμία άμυνα. Η πνευματική του ενέργεια και κυρίως η ψυχή του χρειαζόταν ενδυνάμωση.

Ο μοναχός του μίλησε για τον ύψιστο Θεό που βρίσκεται μέσα στον καθένα μας,  στην επικοινωνία με τον ανώτερο εαυτό. Του δίδαξε την  ταπείνωση, την  εγκράτεια τη γαλήνη. Το κυριότερο όμως ήταν πως η Ρόουζ ήταν πλέον κοντά του εκεί, την ένιωθε σε κάθε του βήμα. Πολλές φορές μάλιστα την ένιωθε να διαλογίζεται πλάι του. Αισθανόταν την ενότητα του σύμπαντος και τον θεϊκό χαρακτήρα της ψυχής. Κι ούτε μια μέρα δε ξέχασε τα λόγια της  που πλέον έδωσαν νόημα, λύση και διέξοδο στη μοναχική πλέον ζωή του «Εξάσκησε το πνεύμα σου και τη συνειδητότητα. Μόνο η ύλη παύει να υπάρχει, το πνεύμα στροβιλίζεται στον σύμπαν. Υπήρξε, υπάρχει και θα συνεχίσει να υπάρχει μέσα από την ενέργεια στις ψυχές. Κάτω από το απέραντο γαλάζιο του ουρανού, εκεί βρίσκεται το Θείο. Να ταξιδεύεις και να διαλογίζεσαι, μην το ξεχνάς. Σ’ αγαπώ».

 

 ~